Μιχαήλ Γ. Μερακλής, Εκατό ψήγματα. Σκέψεις – Διαπιστώσεις – Προβληματισμοί. Εισαγωγή-Επιμέλεια Α. Ν. Δουλαβέρας, Κ. & Μ. Σταμούλης, Θεσσαλονίκη 2022 (σελ. 265).
Ο “ποιητής” και ο “διανοητής”
Ο Μιχαήλ Γ. Μερακλής (1932- ) είναι ομότιμος καθηγητής Λαογραφίας του ΕΚΠΑ, φιλόλογος, δοκιμιογράφος και κριτικός λογοτεχνίας, πρόεδρος της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρείας και τέως πρύτανης τoυ Πανεπιστημίου Ιωαννίνων (1981-82). Χρημάτισε πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων και, παλιότερα, υπήρξε για χρόνια πρόεδρος της Επιτροπής Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας, φίλος και συνάδελφος, πνευματικός συνοδοιπόρος και γοητευτικός συζητητής (πέρυσι του απονεμήθηκε και το βραβείο “Κωστής Παλαμάς”).
Στο σημείωμα αυτό δε θα κάνω αναφορές στα βιβλία του για τη λαογραφία, την κοινωνιολογία, την νεοελληνική πραγματικότητα, στις εκδόσεις λογοτεχνικών έργων, στις μονογραφίες του για τον Καβάφη, τον Ελύτη, τον Παλαμά κι άλλους, στα πρώιμα βιβλία του για τη σύγχρονη ελληνική ποίηση και τη σύγχρονη ελληνική πεζογραφία, για την αρχαία τραγωδία και τον λαϊκό πολιτισμό, στις επιφυλλίδες και τα εύστοχα φιλοσοφημένα πολιτισμικά του σχόλια στον καθημερινό και περιοδικό τύπο, αλλά θα σταθώ σε μία από τις τελευταίες εκδόσεις του, που επιμελήθηκε ο “μαθητής” του, επίσης καθηγητής Λαογραφίας, Αριστείδης Δουλαβέρας.
Πρωτύτερα όμως πρέπει να σταθώ λίγο στον τίτλο και να εξηγήσω εν συντομία, τι εννοώ με τους δύο χαρακτηρισμούς σε εισαγωγικά, τους οποίους, με βεβαιότητα, ο ίδιος θα απέρριπτε.
Ο Μερακλής δεν έχει δημοσιεύσει ούτε ένα ποίημα, γιατί να χαρακτηρίζεται “ποιητής”; Η απάντηση έχει δύο σκέλη: 1) Διότι είναι ένας διαχρονικός κριτικός, αναλυτής και παρουσιαστής λογοτεχνικών έργων, ήδη πριν εκλεγεί το 1975 καθηγητής στο πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, επίμονος, διεισδυτικός, νηφάλιος, ακριβοδίκαιος, στοργικός και προς τις “μέσες φωνές” και την ελληνική επαρχία, ο οποίος επιστρατεύει στις αναλύσεις του έναν τεράστιο πλούτο γνώσεων περί λογοτεχνών από όλη την ελληνική παράδοση, από τον Όμηρο έως σήμερα, και 2) διότι είναι εκείνος ο οποίος στα μελετήματά του για τον λαϊκό πολιτισμό σε όλες τις εκφάνσεις του και, γενικότερα, για τον ανθρώπινο πολιτισμό, στην καθημερινότητά του και στους εορταστικούς κύκλους, ανακαλύπτει και προβάλλει την “ποιητικότητα” του λαϊκού λόγου και του λαϊκού στοχασμού, αρχαίων ιστοριογράφων και παραδοσιακών θεσμών, με μια πρωτοφανή ευαισθησία για την αρχετυπική σκέψη και συμπεριφορά, τον κόσμο της συνειρμικής διανόησης και της συμβολικής πράξης, είτε πρόκειται για την ιερή στιγμή, όταν οι γερόντισσες ζυμώνουν το ψωμί και κλειδώνονται μέσα (δημιουργία του ανθρώπου) είτε για τους γαμήλιους θρήνους, όπου η νύφη φεύγει από το πατρικό σπίτι και αισθάνεται προδομένη από τη μητέρα της (πραγματικά ή ως παριστανόμενο έθιμο ή και με ενδιάμεσα μεικτά αισθήματα). Αυτή η αποκάλυψη της ποιητικότητας του κόσμου, όσο σκληρός και να είναι, της συμβολικότητας του πραγματικού στην παραδοσιακή κοσμοθεωρία του προφορικού πολιτισμού, ανοίγουν στην περιγραφική ανάλυση ερμηνευτικές διαστάσεις που ανήκουν στην φιλοσοφία του πολιτισμού και στην εμπράγματη μεταφυσική των δεδομένων της ζωής.
Και γιατί είναι «διανοητής»; (Το “διανοούμενος” είναι χαρακτηρισμός με συνυποδηλώσεις που σίγουρα εκείνος δεν δέχεται. Η δε συζήτηση, τι κοινωνικό ρόλο έχει ο διανοούμενος (intellectuel) ή θα έπρεπε να έχει, είναι παλιά και ασφαλώς δεν επιτεύχθηκε ακόμα κάποια συμφωνία ή έστω σύγκλιση απόψεων. Εν πολλοίς απέκτησε, στη ωφελιμιστική μας κοινωνία δυτικού τύπου, και τον γραφικό χαρακτηρισμό του “κουλτουριάρη”). Με τον όρο «διανοητής» όμως, εννοώ, όμως, στο σημείο αυτό τον άνθρωπο της διανόησης, τον άνθρωπο με res cogitans, το σκεπτόμενο human being, έναν άνθρωπο ο οποίος είναι ανοιχτός για τον κόσμο, σκέφτεται και βιώνει με όλες τις αισθήσεις του το κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο ζει και δρα. Που δεν είναι ο λόγιος του κλειστού δωματίου και μόνο, ο θεωρητικός αναλυτής της κοινωνίας στο γραφείο του με τη θέα από το παράθυρο, ο αυστηρός επιστήμονας που κοιτάζει μόνο την τεκμηρίωση και τη βασιμότητα των συμπερασμάτων του και, γράφοντας, σκέφτεται ήδη την ενδεχόμενη κριτική που θα ασκηθεί ενάντια στην επιχειρηματολογία του και φυλάγεται, αλλά ένας άνθρωπος που ζει και βιώνει αυτά που διαβάζει, και δεν υπάρχουν πιο έντονα βιώματα από τη λογοτεχνική ανάγνωση, όταν μπαίνεις στο μυαλό και στην ψυχή άλλων ανθρώπων και ζεις καταστάσεις που δε θα ζούσες ποτέ στη ζωή σου. Που δεν είναι ο ψυχρός ανατόμος της κοινωνικής πραγματικότητας (είτε παραδοσιακής είτε σύγχρονης της μαζικής κουλτούρας της κατανάλωσης), που δεν είναι ο άτεγκτος κυνηγός των αιτιών και αιτιατών και εξηγήσεων χωρίς ενδιαίσθηση και εσωτερική συμμετοχή (ακολουθώντας το ιδανικό της αντικειμενικότητας με λάθος τρόπο), αλλά ένας ερευνητής με κατ’ αρχήν κατανόηση και μεθοδολογική συμπάθεια για τους ανθρώπους και τους θεσμούς, τους οποίους εντοπίζει κάθε φορά με τον ερευνητικό φακό. Με αυτήν την έννοια λοιπόν, ο Μερακλής είναι διανοητής, στοχαστής, σκεπτόμενος άνθρωπος· με ουμανιστική μόρφωση και ουμανιστικό ήθος.
Ο διανοητής αυτού του τύπου βλέπει ακόμα και στα πιο καθημερινά συμβάντα, πέρα από την εμπράγματη λειτουργικότητα, και μια γενική ή και οικουμενική σημασία ή συμβολισμό. Πολλοί λογοτέχνες, ποιητές και πεζογράφοι, έχουν την τάση να βλέπουν στο συγκεκριμένο κάτι ευρύτερο, με μιαν υπερβολή ή και υπερβολικότητα που είναι καταστατική σύμβαση της λογοτεχνίας και κάθε τέχνης. Ο Αριστείδης Δουλαβέρας επιμελήθηκε πρόσφατα και ένα άλλο βιβλίο του Μερακλή, συλλογή άρθρων αυτή τη φορά για την πόλη, το κλεινόν άστυ ως ιστορικό και κοινωνικό, ψυχολογικό και βιωματικό φαινόμενο, στο περιοδικό Νέα Πορεία (37 άρθρα) (Μ. Γ. Μερακλής, Για την Πόλη, επιμ. Α. Ν. Δουλαβέρας, Θεσσαλονίκη, Κ. & Μ. Σταμούλη 2021, σελ. 260), όπου κι εκεί κυριαρχεί ένας πρισματικός χαρακτήρας, γιατί στο βιβλίο περιγράφει πολλές πόλεις διαφορετικών ιστορικών εποχών, κυρίως βέβαια την πόλη των Αθηνών από την αρχαιότητα έως σήμερα, και συνδυάζει στις πηγές του λαογραφία, ποίηση, πεζογραφία, δοκίμια, μελετήματα για το θέμα αυτό, Ελλήνων και ξένων συγγραφέων, δίνοντας ένα θεματικό και μεθοδολογικό πανόραμα, πάντα με τη δική του πνευματική και βιωματική σφραγίδα.
Και στον ανά χείρας τόμο κυριαρχεί η προσωπική ματιά συνδυαζόμενη με εμπειρίες, παρατηρήσεις, γνώμες και κριτικές, επιστημονικές απόψεις και προσωπικά βιώματα. Τα σχετικά άρθρα όμως είναι μικρότερα σε έκταση και αριθμητικά περισσότερα· πρόκειται για 100 άρθρα, τα οποία έχουν δημοσιευτεί στο ηλεκτρονικό περιοδικό diastixo από τον Ιούλιο του 2012 έως τον Νοέμβριο του 2021, σχεδόν δέκα χρόνια, στα οποία διήνυσε ο συγγραφέας τη δεκαετία από τα 80 στα 90 του χρόνια. Πολλά από τα άρθρα αυτά διαθέτουν και μιαν ποιητικότητα, στα «κοντινά πλάνα» του προσωπικού βιώματος και της ενδόμυχης σκέψης. Η χρονολογική σειρά αυτών των σημειώσεων (σσ. 13-17) εκπλήσσει με την τακτικότητα των εφήμερων και ελεύθερων αυτών συνεισφορών και σχολιασμών, αλλά κρύβει το θεματολογικό εύρος· αυτό φανερώνεται μόνο στη θεματική ομαδοποίηση που προσφέρει ο επιμελητής, και με την οποία παρουσιάζονται τελικά τα κείμενα αυτά, ανεξάρτητα από την ημερομηνία δημοσίευσής τους (σσ. 7-12). Ο επιμελητής δικαιολογεί αυτή την απόφασή του στην εισαγωγή του τόμου (21-26), όπου συζητά και τα κριτήρια της ομαδοποίησης αυτής.
Αυτό το προσωπικό εγχειρίδιο συσσωρευμένης εμπειρίας και κατασταλαγμένης σοφίας, με την ευαισθησία του συμπάσχοντος ανθρώπου και τις αντένες του άγρυπνου παρατηρητή της αλλόκοτης εποχής μας, παρουσιάζει τον πνευματικό και συναισθηματικό μεταβολισμό του ώριμου δασκάλου, που έχει διαμορφώσει ολόκληρη γενεά λαογράφων και μελετητών του λαϊκού πολιτισμού, ακόμα και φιλολόγων και κριτικών της νεοελληνικής λογοτεχνίας, και του έμπειρου ανθρώπου που έχει ζήσει πολλά, έχει αγαπήσει, απογοητευθεί, πιστέψει και που έσπειρε πλουσιοπάροχα τις χειρόγραφες σημειώσεις του σε ένα ηλεκτρονικό μέσο, με το οποίο ο ίδιος δεν είναι εξοικειωμένος. Και τώρα του δίνεται η μεγάλη χαρά να δει όλη αυτή την δουλειά του τακτοποιημένη θεματικά σε μια λογική σειρά σε ένα κομψό τόμο από έμπειρο εκδοτικό οίκο της Θεσσαλονίκης.
Η ανάγνωση των νανο-δοκιμίων και «σκηνών της σκέψης» είναι διαφωτιστική, αλλά και γοητευτική, γιατί δίνει μια ιδέα για τον εύρος των γνώσεων και ανησυχιών του «διανοητή» Μερακλή, πέρα από την επιστημονική του ιδιότητα και την καλλιτεχνική κριτική, στον μεγάλο ενδιάμεσο χώρο των ευαισθησιών και προβληματισμών ενός σκεπτόμενου ανθρώπου. Οι θεματικές ενότητες αυτές είναι: Φιλολογικά θέματα: Κλασικά, Μεσαιωνικά-Βυζαντινά, Ιστορικά, Γλωσσικά· Λαογραφικά θέματα: Έννοια του λαού, Λαογραφία (η επιστήμη του λαϊκού πολιτισμού σήμερα, το παραδοσιακό χωριό, θεωρητικά – που καταλήγουν και στο βιβλίο μου για τη Θεωρητική Λαογραφία), Έντεχνος λαϊκός λόγος: δημοτική ποίηση (δημ. τραγούδι, νέες μελέτες), παραμύθι-παροιμίες, λαϊκές αυτοβιογραφίες, Λαϊκές λατρείες – λαϊκές γιορτές, Λαϊκό δίκαιο· Λογοτεχνία: Ποίηση: έννοια της ποίησης, Κωνσταντίνος Καβάφης, ποιητικά διάφορα (εδώ, αρ. 55 σσ. 140 εξ. «Για τους φίλους της ποίησης» 2014 υπάρχει και ένα άρθρο για μένα, χωρίς να με κατονομάζει· και αρ. 60 σσ.150 εξ., «Ο θάνατος και η μνήμη» Νοέμβριος 2021, και πάλι για την ποίησή μου, το τελευταίο, χρονικά, των δημοσιεύσεων αυτών (αυτή τη φορά με κατονομάζει), και Πεζογραφία.
Στη συνέχεια οι θεματικές ενότητες γίνονται πιο διάσπαρτες: Θέματα διδακτικής, Χωριό και πόλη, Ιωάννης Συκουτρής, Πρόσφυγες στο Αιγαίο, Για την Αφρική, Ζωοφιλικά, Θεατρικά (για την παράσταση του θεάτρου σκιών «Φιλοθέη, η αρχοντοπούλα των Αθηνών» σε κείμενο του Ιωσήφ Βιβιλάκη 2019), Κορωνοϊός, Διάφορα. Ο τόμος τελειώνει με μια βιβλιογραφία (σσ. 235-246, τα κείμενα δεν έχουν υποσημειώσεις με βιβλιογραφικές αναφορές, σημειώνονται μόνο ονόματα συγγραφέων και τίτλοι στο κύριο κείμενο), ένα English summary (σσ. 247 εξ.) και ένα Γενικό Ευρετήριο (σσ. 249-265).
Η έντονη ιδιοπροσωπία του «ποιητή» και «διανοητή» Μερακλή, του δασκάλου, παιδαγωγού και φίλου, του ερευνητή και παρατηρητή, του ανθρώπου που ανακαλύπτει και καλλιεργεί ταλέντα στην επιστήμη και την τέχνη, του φιλολόγου και του λαογράφου, γνώστη της συνολικής ελληνικής παράδοσης και της διεθνικότητας των γραμμάτων, του ευαίσθητου σεισμογράφου αισθητικών θεμάτων, που βλέπει παντού την ποιητικότητα του κόσμου – όλ’ αυτά απεικονίζονται με ενάργεια στις σελίδες του βιβλίου, και ο αναγνώστης που φτάνει στο τέλος του, μένει για καιρό με το απείκασμα, και θαυμάζει πώς ο συγγραφέας με το ποιον και το εύρος της μόρφωσής του αντιστέκεται σε επιστημονικές και λογοτεχνικές μόδες και εν πολλοίς απομυθοποιεί την «πρόοδο» του πολιτισμού, ο οποίος, κατά την επιταγή του όλο και πιο νέου που διέπει απαιτητικά και τον νέο αιώνα, απλώς μεταμφιέζει γλωσσικά αυτά που έχουν λεχθεί από παλιά με άλλα λόγια. Ο πολιτισμός δεν γνωρίζει «πρόοδο», μόνο αλλαγές. Και τα συστατικά στοιχεία του factum και του fictum είναι εγγεγραμμένα στην ανθρώπινη συνθήκη, στο συμβόλαιο που υπογράψαμε, χωρίς να το ξέρουμε, με την πρώτη ανάσα και το πρώτο φως, που μας άνοιξε τα μάτια.